Ο 56χρονος νέος τεχνικός του Ερυθρού Αστέρα, που απόψε (21.15) επιστρέφει στο ΣΕΦ ως αντίπαλος του Ολυμπιακού, μιλάει στο Gazzetta εφ’ όλης της ύλης. Τα οφέλη από τα 2,5 χρόνια απουσίας από τους πάγκους, η «συνήθεια» να αναλαμβάνει ομάδες μετά το ξεκίνημα της σεζόν, το συναπάντημα με την Μακάμπι στο Βελιγράδι και η κληρονομιά της Α1 στους Έλληνες προπονητές που δουλεύουν στο εξωτερικό.

Αν κάποιος έχει υπ’ όψιν του το παρουσιαστικό του και δεν ξέρει ότι έχει 37 χρόνια προϋπηρεσίας στην προπονητική, θα δυσκολευτεί να το πιστέψει! Πολύ απλά γιατί ο Γιάννης Σφαιρόπουλος είναι εδώ και χρόνια ίδιος και απαράλλαχτος, γεμάτος νιότη, φρεσκάδα και όρεξη για δουλειά. Έστω κι αν τα πρώτα του βήματα στην προπονητική, τα έκανε σε ηλικία 19 ετών. Στις ακαδημίες του Απόλλωνα Καλαμαριάς, πριν στη συνέχεια περάσει από όλα τα τμήματα του συλλόγου.

Καλαμαριώτης γέννημα-θρέμα ο έμπειρος coach μπήκε στον αυστηρά επαγγελματικό «στίβο» των πάγκων το 1997, ως μέλος του τεχνικού επιτελείου του ΠΑΟΚ, εν συνεχεία εργάστηκε στον Ολυμπιακό ως assistant του Γιόνας Καζλάουσκας, του Πίνι Γκέρσον και του Παναγιώτη Γιαννάκη και το 2008, έκρινε ότι έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να δουλέψει ο πρώτος προπονητής.

Η επιτυχημένη τριετία στον Κολοσσό Ρόδου τον βοήθησε να ανέβει επίπεδο και μετά από ένα μονοετές πέρασμα από την ΤΣΣΚΑ Μόσχας (ως δεξί χέρι του Καζλάουσκας), ανέλαβε τον Πανιώνιο και τον Νοέμβριο του 2014, προέκυψε η ευκαιρία του Ολυμπιακού, ως διάδοχος του Μπαρτζώκα.

Στον πάγκο των «ερυθρόλευκων», ο Θεσσαλονικός προπονητής καθιερώθηκε στην «ελίτ» των προπονητών του ευρωπαϊκού μπάσκετ, οδηγώντας την ομάδα του Πειραιά σε 2 διαδοχικά πρωταθλήματα (2015, 2016) και σε δύο τελικούς της Euroleague (2015 και 2017). Οι επιτυχίες του στο «λιμάνι» έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για την επιλογή του από την Μακάμπι, στην τεχνική ηγεσία της οποίας βρέθηκε για περίπου 3,5 χρόνια (2018-2022), συνολικό απολογισμό 6 τίτλους (3 πρωταθλήματα, 1 Κύπελλο και 2 Supercup Ισραήλ).

Εδώ και περίπου έναν μήνα, ο καταξιωμένος Έλληνας τεχνικός είναι ο νέος προπονητής του Ερυθρού Αστέρα και απόψε (21.15), επιστρέφει στο Στάδιο «Ειρήνης και Φιλίας» ως αντίπαλος του Ολυμπιακού στο πλαίσιο της 9ης αγωνιστικής της Euroleague.

Το Gazzetta τον συνάντησε με αφορμή την παρουσία του στην Αθήνα και σας παρουσιάζει τις απόψεις του για πολλά και διάφορα θέματα. Η αποχή από τους πάγκους και τα οφέλη της. Η προοπτική της νέας του ομάδας. Η απότομη αλλαγή της ζωής του. Η εμπειρία που έχει αποκτήσει αναλαμβάνοντας ομάδες μετά το ξεκίνημα της σεζόν. Το εφόδιο της προϋπηρεσίας στο πολύ απαιτητικό πρωτάθλημα, οι αναμνήσεις από θητεία του στον Ολυμπιακό και τα συγκινητικά λόγια του για τον Γιάννη Ιωαννίδη, του οποίου υπήρξε συνεργάτης του στην Εθνική ανδρών!

Αυτά και άλλα πολλά στην συνέντευξη που ακολουθεί…

Kατ’ αρχάς, coach καλώς ήρθατε πίσω στην πατρίδα και στους πάγκους της Euroleague. Πόσο σας έλλειψε το να είστε ενεργός στο γήπεδο, γιατί η δουλειά του προπονητή δεν σταματάει ακόμη και όταν δεν έχει ομάδα…

«Μου έλλειψε πολύ, αν και υπήρχε και ένα διάστημα που απέρριψα κάποιες προτάσεις για να ξεκουραστώ, ωστόσο, από το περασμένο καλοκαίρι και μετά ήμουν συνεχώς σε φάσης αναμονής και μόλις προέκυψε η πρόταση του Ερυθρού Αστέρα, την αποδέχτηκα αμέσως γιατί πραγματικά γιατί είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να κοουτσάρω ξανά.»

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι στο ρόστερ της νέας σας ομάδας, διακρίνατε κάποια χαρακτηριστικά που σας επιτρέπουν να την μετατρέψετε σε ομάδα που έχει πλήρως την σφραγίδα του Γιάννη Σφαιρόπουλου;

«Δεν θα το έλεγα ακριβώς έτσι, αλλά σίγουρα είναι μία ομάδα που έχει μεγάλη προοπτική και εκπροσωπεί μία χώρα με τεράστια μπασκετική παράδοση και που έχει βγάλει απίστευτους παίκτες και τεράστιους προπονητές. Τα τελευταία χρόνια δε, η διοίκηση του Ερυθρού Αστέρα κάνει μεγάλη προσπάθεια να ανεβάσει επίπεδο την ομάδα και στην Ευρώπη, οπότε καταλαβαίνετε ότι επρόκειτο για μία μεγάλη πρόκληση την οποία δεν μπορούσα να προσπεράσω.»

Τι κερδίζει ένας προπονητής και πόσο καλύτερος γίνεται, παρακολουθώντας για ένα διάστημα χωρίς άγχος και από άλλη σκοπιά, τους αγώνες και τα μπασκετικά δρώμενα;

«Αυτή είναι μία πολλή σημαντική και απαραίτητη διεργασία που καλό θα είναι όλοι οι προπονητές να έχουν την ευκαιρία να την ζήσουν. Από την δική μου σκοπιά, όλα αυτά τα χρόνια που δούλευα ασταμάτητα και ήμουν μέσα στον χώρο, ναι μεν έβλεπα και διαπίστωνα κάποια πράγματα αλλά δεν είχα τον χρόνο να τα προσεγγίσω από μία διαφορετική οπτική και πιο σφαιρικά, χωρίς την πίεση της προετοιμασίας και του αποτελέσματος, έτσι ώστε να μπορέσω να αποκρυσταλλώσω κάποιες απόψεις από διαφορετικό πρίσμα, οι οποίες στο μέλλον θα αποδειχθούν χρήσιμες. Νομίζω ότι ήταν πολύ βοηθητικό αυτό το διάστημα που έμεινα έξω…»

Ισχύει ότι μέχρι πριν 25 μέρες, το εικοσιτετράωρο φαινόταν πολύ άνετο και ξεκούραστο και από την στιγμή που συμφωνήσατε με τον Ερυθρό Αστέρα, είναι σαν να πατήθηκε ένα κουμπί και πλέον τρέχετε και δεν φτάνετε;

«100% (Χαμογελάει…) ! Ένιωσα σαν τους χειριστές των μαχητικών αεροσκαφών που με το που χτυπάει ο συναγερμός φορούν το κράνος τους, μπαίνουν στο πιλοτήριο και απογειώνονται για να αναχαιτίσουν τον εχθρό! Κάτι αντίστοιχο έγινε και με μένα και τους συνεργάτες μου! Εκεί που ήμασταν χαλαροί, ξαφνικά σκάει μία πρόταση και την άλλη μέρα έχεις αλλάξει χώρα, είσαι στο γήπεδο και κάνεις προπόνηση για την επομένη παίζεις αγώνα στην Euroleague! Κάπως έτσι εξελίχθηκαν τα πράγματα με τον Ερυθρό Αστέρα, αλλά είμαι πολύ χαρούμενος που εκπροσωπώ προπονητικά μία τόσο μεγάλη μπασκετική σχολή και κοουτσάρω μία τόσο ιστορική ομάδα, που είναι η πιο λαοφιλής ομάδα στην Σερβία.»

Σας προβλημάτισε καθόλου το ότι πήγατε σε μία ομάδα με αρκετά μεγάλο budget και υψηλότερες απαιτήσεις από τα προηγούμενα χρόνια και εννέα νέα πρόσωπα, που δεν ήταν επιλογές σας ή επειδή στις ομάδες που στεριώσατε στην Euroleague και κατακτήσατε αρκετούς τίτλους (Ολυμπιακό και Μακάμπι) πήγατε μεσούσης της περιόδου, ήταν κάτι που δεν σας ανησύχησε καθόλου;

«Αυτό ισχύει πάντα με έναν προπονητή που αναλαμβάνει μεσούσης της περιόδου. Αλλά πάντα προσπαθώ να πάρω από όλους τους παίκτες το μάξιμουμ που μπορώ και σε κάποια σημεία, ίσως θα πρέπει να προσαρμοστώ και εγώ με τα χαρακτηριστικά των παιδιών που βρήκα στην ομάδα. Επειδή και στις τρεις τελευταίες μου ομάδες δεν πήγα από την αρχή της σεζόν, αλλά εντελώς συμπτωματικά τον μήνα Νοέμβριο (σ.σ.: Πανιώνιο, Ολυμπιακό και Μακάμπι), έχω αποκτήσει την εμπειρία για το πως πρέπει να διαχειριστώ κάποιες καταστάσεις και μάλιστα, ακόμη είμαστε σε αυτή την διαδικασία. Δηλαδή δεν έχει περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να πω ότι έχουν εδραιωθεί κάποια πράγματα στην αγωνιστική εικόνα μας. Και αυτό είναι λογικό γιατί με τόσα παιχνίδια που παίζουμε, δεν έχουμε τον χρόνο που θα θέλαμε για προπόνηση αλλά και για την ιδανική προετοιμασία, όπως τουλάχιστον την έχω στο μυαλό μου. Παρ’ αυτά, προχωράμε και ήδη βλέπουμε μία σταδιακή βελτίωση, που θέλω να πιστεύω ότι θα συνεχιστεί.»

Βλέπουμε ήδη αμυντική διαφορά στην ομάδα αλλά και αποτελέσματα, με το μέσο παθητικό σας εντός έδρας να είναι 62 πόντους από τότε αναλάβατε και ακούμε πολλές φωνές στην Σερβία να λένε ότι ο Ερυθρός Αστέρας και το συγκεκριμένο ρόστερ χρειαζόταν έναν προπονητή με τα χαρακτηριστικά του Γιάννη Σφαιρόπουλου για να επιβάλει πειθαρχία. Πιστεύετε ότι ισχύει ότι η πίεση υπό την οποία μαθαίνει να δουλεύει ο Έλληνας προπονητής στην πατρίδα και η σύνδεση με το αποτέλεσμα, του δίνει μεγάλο πλεονέκτημα όταν βγαίνει εκτός των συνόρων;

«Απόλυτα ισχύει αυτό, γιατί το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν πάντα πολύ σκληρό και απαιτητικό και είχε πολλές παραμέτρους και εμπόδια που ένας προπονητής καλούνταν να ξεπεράσει. Πλέον, βέβαια, αυτή η μεγάλη πίεση με την οποία εξοικειωθήκαμε όλοι όσοι δουλέψαμε στην Α1 Κατηγορία, έχει αρχίσει και εξαπλώνεται παντού. Σε όλες τις χώρες, αν δεν ξεκινήσεις καλά, φεύγεις και αυτό το βλέπουμε και στην Euroleague αλλά και σε ποιοτικά πιο χαμηλές λίγκες, που υπάρχει μεγάλη πίεση για το αποτέλεσμα. Απλά εμείς στην Ελλάδα ήμασταν πρωτοπόροι, γαλουχηθήκαμε από νωρίς σε αυτή την νοοτροπία, γι’ αυτό και η δική μου γενιά των προπονητών έχει βγει πιο ανθεκτική στις δύσκολες καταστάσεις και γι’ αυτό αρκετοί από μας τυγχάνουν προτίμησης και στο εξωτερικό.»

Επιστροφή στο ΣΕΦ, με ερυθρόλευκα χρώματα αυτή την φορά. Τι αναμνήσεις σας έρχονται στο μυαλό;

«Ο Ολυμπιακός παραμένει πάντα ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της καρδιάς μου, γιατί εδώ πέρασα 4 χρόνια με καλές και όμορφες στιγμές. Πιο πολύ βέβαια θυμάμαι τις καλές, με τα δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα και τις δύο συμμετοχές σε τελικούς της Euroleague. Κάθε φορά που έρχομαι στο ΣΕΦ αισθάνομαι οικεία, δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα!»

Στο Βελιγράδι συναντήσατε και την πρώην ομάδα που έχει μετακομίσει λόγω της κατάστασης στο Ισραήλ. Επειδή ζήσατε 3,5 χρόνια στο Τελ Αβιβ, κάνατε διαπροσωπικές σχέσεις και φίλους εκεί, πως αισθάνεστε όταν σκέφτεστε τί δίνη έχει μπει η ζωή στο Ισραήλ αλλά και αν όταν ήσασταν εσείς εκεί, νιώσατε ποτέ ότι μπορεί να φτάσουν τα πράγματα κάποια στιγμή εκεί που έχουν φτάσει τώρα;

«Είχαμε ζήσει κάποιες κρίσεις, στο διάστημα που ήμασταν εκεί, αλλά πιο μικρές σε σχέση με όλο αυτό που συνέβη στις 7 του Οκτώβρη, οπότε και δολοφονήθηκαν μαζικά αθώοι άνθρωποι. Ήταν ένα τεράστιο σοκ για όλον τον κόσμο αυτό που συνέβη κι ακριβώς επειδή κάναμε πολλούς φίλους στο Ισραήλ και είμαστε συνδεδεμένοι με αρκετούς ανθρώπους, ανησυχήσαμε και ανησυχούμε ακόμη για όλα αυτά που γίνονται καθημερινά στην περιοχή. Ασφαλώς και οι διαφορές πρέπει να λυθούν ειρηνικά. Έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, ζούμε πλέον στην ίδια πόλη με παλιούς φίλους και πρώην συνεργάτες, διαμένουμε στην ίδια περιοχή και έχουμε την ευκαιρία να μαθαίνουμε από πρώτο χέρι τα νεότερα.»

Με του που αναλάβατε, παίξατε δύο σερί ματς με την Παρτιζάν και τον Ομπράντοβιτς. Ομοιότητες και συγκρίσεις σε σχέση με το Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός;

«Νομίζω ότι δεν υπάρχουν διαφορές. Είναι το ίδιο απαιτητικά παιχνίδια με τεράστια αντιπαλότητα, μεγάλο φανατισμό από τους οπαδούς και μεγάλη πίεση για το αποτέλεσμα.»

Κλείνοντας, συνεργαστήκατε με τον αείμνηστο Γιάννη Ιωαννίδη στον τελευταίο σταθμό της καριέρας του, την Εθνική ομάδα. Τι πήρατε από την προπονητική του φιλοσοφία και θα σου μείνει αξέχαστο από τον «ξανθό»;

«Ανατρίχιασα πραγματικά με αυτή την ερώτηση! Ο Γιάννης Ιωαννίδης με βοήθησε πραγματικά πάρα πολύ και ήταν ένας άνθρωπος κι ένας προπονητής με τον οποίο δέθηκα πολύ. Ήταν σίγουρα ένας από τους μέντορές μου και δίπλα του έμαθα πολλά για το πως να διαχειρίζομαι μία ομάδα και πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες, αλλά και πολλά άλλα πράγματα που ενώ ήμουν από πριν στον επαγγελματικό αθλητισμό, τα άκουσα πρώτη φορά μόνο από εκείνον! Ας είναι καλά εκεί που βρίσκεται…»