Έπαιξε ρόλο το ότι έφυγες σε μικρή ηλικία για το εξωτερικό στη διαμόρφωση του χαρακτήρα σου;

Στην Αγγλία δεν μπορούσα να ξενυχτήσω, τις καθημερινές πήγαινα σχολείο και τα σαββατοκύριακα είχα αγώνες. Είμαι άνθρωπος του ύπνου και της ξεκούρασης. Μου αρέσει πολύ η προπόνηση, οπότε δεν άλλαξε πολύ η καθημερινότητά μου. Το μόνο που έχασα ήταν οι φίλοι μου. Στην Νότιγχαμ μπορεί να είχα και παρέα, αλλά στην Championship οι αγώνες είναι πολύ συχνοί και δεν μένει χρόνος για κάτι άλλο.

Και τελικώς πώς πήρες την απόφαση να επιστρέψεις στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ατρόμητου;

Τον τρίτο χρόνο του συμβολαίου μου με την Νότιγχαμ, παραχωρήθηκα δανεικός σε μία ομάδα του Βελγίου. Όταν αυτός ολοκληρώθηκε απέμενε ένας ακόμα στον οποίο ήξερα ότι δεν θα παίξω. Τότε με εκπροσωπούσε ο Άγγελος Χαριστέας που είναι και πάρα πολύ καλός μου φίλος. Με βοήθησε, λοιπόν, να αποχωρήσω με τέτοιο τρόπο που θα έμεινα ικανοποιημένος από οικονομικής άποψης. Τότε, εμφανίστηκε ο Ατρόμητος, που εκείνα τα χρόνια διεκδικούσε σταθερά ευρωπαϊκό εισιτήριο. Παράλληλα, ήθελα να γυρίσω στην Ελλάδα, ενώ καθοριστικό ρόλο έπαιξε και η παρουσία του Γιάννη Αναστασίου τον οποίο πάντα είχα πολύ ψηλά στην εκτίμησή μου ως άνθρωπο και ως προπονητή. Στον Ατρόμητο με αγκάλιασαν αμέσως όλοι, από τον πρόεδρο μέχρι τον τελευταίο συμπαίκτη μου. Η σεζόν ξεκίνησε καλά, όμως η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη.

Το όνομά σου έχει εμπλακεί ουκ ολίγες φορές σε μεταγραφικά σενάρια μεγάλων ελληνικών ομάδων. Σε μία τόσο σπουδαία καριέρα όπως η δική σου, αποτελεί απωθημένο το γεγονός ότι δεν έχεις παίξει ποτέ στο ψηλότερο επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου;

Το έχω σκεφτεί αρκετές φορές. Σε κάθε καλή μου χρονιά στον Ηρακλή, κάθε έξι μήνες, ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ ενδιαφέρονταν για μένα. Αλλά εφόσον είχα την επιλογή να βγω έξω, δεν είχα δίλημμα. Έχοντας ζήσει τόσα πολλά στο εξωτερικό και ακούγοντας συμπαίκτες μου στην Εθνική να μεταφέρουν τις εμπειρίες τους, έχω σκεφτεί κάποιες φορές «Έλληνας είμαι, θα ήθελα να ακούσω να φωνάζουν οι οπαδοί το όνομά μου». Είμαι, από την άλλη, πάρα πολύ χαρούμενος που αυτό το έζησα τόσο έντονα στον Ηρακλή που είναι και η ομάδα μου. Αυτό ήταν ευλογία.

Πόσο κοντά, όμως, έχεις βρεθεί να υπογράψεις σε ελληνική ομάδα;

Μου έχουν φέρει έτοιμα τα συμβόλαια για να υπογράψω! Την μεγαλύτερη πίεση μου την άσκησαν πριν πάω στην Νότιγχαμ, αλλά μόλις άκουσα για Αγγλία ήμουν σαν τα άλογα που κοιτούν μόνο ευθεία! Φυσικά και ήταν μεγάλη μου τιμή. Άλλωστε, έναν χρόνο πριν, μόλις είχα μείνει ελεύθερος από την Βέστσιελαντ, ο Βέλλιος ήταν σαν να μην υπάρχει και ξαφνικά μόλις έπαιξα μπάλα, εμφανίστηκαν και πάλι όλες οι ομάδες. Το καταλαβαίνω, έτσι είναι το ποδόσφαιρο. Πρέπει να δείξεις τι έχεις κάνει έξι μήνες πριν.

Αυτό πιστεύεις ότι είναι χαρακτηριστικό μόνο των ελληνικών ομάδων;

Όχι, ισχύει παντού. Πλέον, υπάρχει το Ίντερνετ και οι ομάδες βλέπουν τα πάντα. Γνωρίζουν πόσο έτρεξε κάποιος στην προπόνηση, πόσες πάσες έκανε λάθος στον αγώνα. Μόνο πόσες ώρες κοιμάται δεν γνωρίζουν.

Με βάση, όμως, αυτό που λες για το πόσο επηρέασαν εκείνοι οι έξι μήνες την αντιμετώπιση της οποίας έτυχες, θεωρείς ότι οι μεταγραφές στην Ελλάδα γίνονται με κάπως πρόχειρο τρόπο;

Αυτό που ανέφερα ισχύει κυρίως για τους επιθετικούς. Τρεφόμαστε από τα γκολ που πετυχαίνουμε. Όσα περισσότερα γκολ βάλω, τόσα περισσότερα χρήματα θα πάρω. Το θέμα είναι ο κάθε παίκτης πόση ψυχική δύναμη έχει για να διαχειριστεί μία δύσκολη συγκυρία. Από εκεί και πέρα, νομίζω ότι όσο πάει μικραίνει η τακτική να φέρνουν οι ομάδες… καράβια ξένων παικτών. Αυτό διότι ο κόσμος ξυπνάει και έχει απαιτήσεις.

Όταν στην καριέρα σου δεν είχες τα νούμερα που ήθελες, τι σκεφτόσουν για να μπορέσεις να σταθείς στα πόδια σου;

Ήμουν άτυχος σε αυτό το κομμάτι γιατί οι ομάδες στις οποίες αγωνίστηκα δεν πρωταγωνιστούσαν. Αν οι ομάδες δεν δημιουργούν ευκαιρίες, πώς θα βάλουν γκολ οι επιθετικοί; Από εκεί και πέρα, είναι καθαρά θέμα του πόσο πιστεύει ο καθένας στον εαυτό του. Εγώ ξέρω τι μπορώ να κάνω, ξέρω ποια είναι τα δυνατά μου σημεία. Μπορώ μόνος μου να αποκτώ την αυτοπεποίθηση που κανείς άλλος δεν μπορεί να μου δώσει.