Τσιούππης – Tsiouppis

Η πιο πολλά υποσχόμενη νίκη των «παραθύρων»

Η πιο πολλά υποσχόμενη νίκη των «παραθύρων»

Ο Αντώνης Καλκαβούρας τρίβει ακόμη τα μάτια του για να πιστέψει τον ελληνικό θρίαμβο επί της Σερβίας που ήθελε τη νίκη και είχε Ευρωλιγκάτη βοήθεια και με ανάλογα «μηνύματα» σαν το αποψινό, «βλέπει» μόνο καλύτερες μέρες για την «επίσημη αγαπημένη».

Όταν μπήκα στην διαδικασία να φέρω στο μυαλό μου τον πρώτο αγώνα μεταξύ των δύο ομάδων στο Βελιγράδι (παραμονές της έναρξης του Eurobasket, σε ένα από τα πιο συγκλονιστικά διεθνή ματς των τελευταίων ετών) και θυμήθηκα το μπασκετικό μεγαλείο που ζήσαμε όσοι τυχεροί ταξιδέψαμε στην σερβική πρωτεύουσα και μεταξύ άλλων είδαμε από κοντά αυτή την μοναδική τιτανομαχία ανάμεσα στον Νίκολα Γιόκιτς και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, δεν σας κρύβω ότι ξενέρωσα μεμιάς.

Αδιάφορο το ματς για την Ελλάδα και χωρίς πρωτοκλασάτους διεθνείς και το αντίθετο για τους «ορλόβι», όλα συνέκλιναν ότι θα βλέπαμε ένα παιχνίδι το οποίο δύσκολα θα θυμόμαστε για καιρό. Η Εθνική μας, άλλωστε, μετά τη νίκη-θρίλερ επί του Βελγίου στα μέσα του Νοέμβρη, είχε σφραγίσει το εισιτήριό της για το Παγκόσμιο Κύπελλο και επιτέλους την πολυτέλεια να περάσει ένα τρίμηνο χωρίς σκοτούρες!

Αν και η εικόνα του σχεδόν γεμάτου κλειστού γηπέδου των Άνω Λιοσίων, αυτομάτως έφερε στους τηλεοπτικούς δέκτες μία θερμή ατμόσφαιρα, η εξέλιξη της 1ης περιόδου (8-15) και οι μόλις 8 πόντοι της ελληνικής ομάδας (με 0/8 δίποντα) ενίσχυσε την αρχική μου εντύπωση και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να παραπέμψει σε κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που είδαμε στον προηγούμενο εντός έδρας αγώνα και την βαριά ήττα (60-80) από την Λετονία στο Ηράκλειο.

Η αλήθεια είναι ότι ο Σωτήρης Μανωλόπουλος δεν πήρε αυτά που ήθελε από τα δύο guards του αρχικού σήματος (Τολιόπουλος και Φλιώνης), αλλά με τις συνεχείς αλλαγές που έκανε, δεν κατόρθωσε μόνο να ισορροπήσει προσωρινά την κατάσταση (20-21 στο 13’), αλλά το κυριότερο ήταν ότι έπεισε όλα τα παιδιά να μπουν σε διαδικασία μάχης μέχρι την τελευταία κατοχή.

Κάπως έτσι, η εικόνα του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος άρχιζε να παρουσιάζει αισθητή βελτίωση, η οποία άρχισε πρώτα από την άμυνα και στο 2ο μέρος (όταν τα παιδιά που σήκωσαν το βάρος, είχαν φουσκώσει από αυτοπεποίθηση), επεκτάθηκε και στην επίθεση.

Φρονώ δε, ότι η εικόνα της Ελλάδας μετά την ανάπαυλα και σε συνάρτηση με τον αντίπαλο και το κίνητρό του (με νίκη οι Σέρβοι θα εξασφάλιζαν και μαθηματικά την πρόκρισή τους αλλά και την 2η θέση του ομίλου), ενώ συνιστά ίσως το καλύτερο δεύτερο ημίχρονο που έχει κάνει η Εθνική στην ιστορία των «παραθύρων», στα ματς που δεν είχε βοήθεια από παίκτες με εμπειρία Euroleague.

Τι να πει κανείς για τον Γόντικα (6π. & 4ρ.), τον Χατζηδάκη (4π., 3ρ., 4ασ. & 1κλ.) και τον Χουγκάζ (8π. & 5ρ.), που είναι παιδιά που δεν έχουν σταθερό χρόνο συμμετοχής και έδωσαν ηρωικές και άνισες μάχες κάτω από τα καλάθια απέναντι στον Μιλουτίνοφ (24π. & 9ρ.), τον Ρίστιτς και τον Γιάγκοτιτς-Κούριτζα και είχαν κεφαλαιώδη συνεισφορά στην ολική επαναφορά;

Αν η δουλειά ξεκίνησε από την σκληρή προσπάθεια στο αμυντικό κομμάτι, στην 3η περίοδο που η ομάδα σκόραρε 25 πόντους (5 λιγότερους απ’ όσους σε όλο το πρώτο μέρος) και ένιωσε ότι πατάει γερά στα πόδια της, ήρθε το εντυπωσιακό τελευταίο 15λεπτο, όπου έδειξε ότι έχει και τις προσωπικότητες για να γίνει «αφεντικό» της αναμέτρησης και στο τέλος να «καθαρίσει» και τη νίκη.

Με το δίδυμο Μουράτου (9π., 4ασ. & 2κλ.)-Μωραϊτη να προσφέρει ασφάλεια, οργάνωση και καλή κυκλοφορία της μπάλας αλλά και δημιουργία, ο Ρογκαβόπουλος (28π. & 4ρ. με 5/7 τριπ.) απέκτησε τις προϋποθέσεις για να δείξει πόσο μεγάλη βελτίωση έχει το παιχνίδι του μετά από μισή σεζόν πρωταγωνιστή σε μία μικρομεσαία ομάδα του τουρκικού πρωταθλήματος (Μερκεζεφέντι).

Ο 21χρονος διεθνής forward πραγματοποίησε συνολικά το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του και αποτέλεσε τον παίκτη-βαρόμετρο που χρειαζόταν η Εθνική για να βάλει τα μεγάλα σουτ, να γείρει οριστικά υπέρ μας την πλάστιγγα και φυσικά να πιστοποιήσει ότι θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για την επόμενη περιπέτεια της «επίσημης» αγαπημένης.

Τεράστια ήταν η συμβολή του Δημήτρη Μωραϊτη (23π., 4ρ., 5ας. & 2κλ. με 3/7 τριπ.) που αγωνίστηκε σαν ένας ώριμος μοντέρνος combo-guard, ο οποίος πήρε σημαντικές αποφάσεις, έβαλε κρίσιμα και δύσκολα σουτ, πήρε σωστά drive και ουσιαστικά κήρυξε την μεγάλη αντεπίθεση, με το τρίποντο από την μία πλευρά του γηπέδου στην άλλη, στη λήξη της 3ης περιόδου!

Πολύ θετικός και ο Παναγιώτης Καλαϊτζάκης (10π. & 3ρ. με 2/4 τριπ.), που έδωσε μέγεθος και αθλητικότητα στο “3” και είχε αθόρυβη δουλειά στα μετόπισθεν.

Αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ελλάδα ανέτρεψε μία διαφορά 13 πόντων στο 2ο μέρος, απέναντι σε μία Σερβία που είχε τουλάχιστον έξι παίκτες με σημαντική διαδρομή στην Euroleague (Μιλουτίνοφ, Νταβιντόβατς, Γιάραμαζ, Γιόβιτς, Σίμανιτς, Γιάγκοτιτς-Κούριτζα) και με την «πρεμούρα» να νικήσει για να προκριθεί και να εξασφαλίσει την 2η θέση (την έχασε), τότε πραγματικά νομίζω ότι δικαιούμαστε να βλέπουμε το ποτήρι ξεκάθαρα μισογεμάτο.

Δεν ήμουν ποτέ λάτρης των «παραθύρων», με τον τρόπο που διεξάγονται (παράλληλα με τους αγώνες της Euroleague), αν ελπίσουμε όμως ότι δύσκολα θα ξαναδούμε τις Εθνικές ομάδες αλλοιωμένη την αγωνιστική τους ταυτότητα, τουλάχιστον θα θυμόμαστε αυτή την νίκη επί της Σερβίας (97-92), σαν ένα από τα μεγάλα παράσημα του ελληνικού μπάσκετ.

Υγ.: Καθοριστικός για την ολική επαναφορά της αναμέτρησης, ο τραυματισμός του Γιόβιτς στο χέρι, εξέλιξη που στέρησε από την ομάδα του Πέσιτς το καθαρό μυαλό από τον πιο έμπειρο point-guard που είχε στην διάθεσή της.

Exit mobile version