Τσιούππης – Tsiouppis

Την επόμενη ώρα μάθημα γαλλικών, για την Εθνική ομάδα των αισθήσεων

Την επόμενη ώρα μάθημα γαλλικών, για την Εθνική ομάδα των αισθήσεων

Αμφιβολία; Καμιά. Η Εθνική είναι η καλύτερη ομάδα στο προολυμπιακό του ΣΕΦ, θέλει να το αποδείξει και κόντρα στην Κροατία, παίζοντας με την ίδια αποφασιστικότητα, για να αρχίσει να ξεσκονίζει τα γαλλικά της. Γράφει ο Γιάννης Φιλέρης.

Από γαλλικά πως πάμε; Σιγά-σιγά να τα ξεσκονίζουμε. Ένα ματσάκι έμεινε για την Εθνική, που χωρίς αμφιβολία είναι η καλύτερη ομάδα σε αυτό το προολυμπιακό τουρνουά του ΣΕΦ. Οι Κροάτες που είδαν κι έπαθαν να υποτάξουν το Δομίνικο έχουν ταλέντο και ποιότητα, θα παίξουν -όπως όλοι φιλοξενούμενοι- χωρίς πίεση και άγχος, αλλά όσο καλοί κι αν είναι Ζούμπατς, Σάρις, Χεζόνια και λοιποί, δεν μπορούμε να φανταστούμε το ελληνικό συγκρότημα να χάνει την πτήση για το Παρίσι (και μετά τη Λιλ).

Είναι η μεγάλη μας ευκαιρία. Όλα πήγαν όπως θέλαμε, αλλά και όπως ορίσαμε με την απόδοση της ομάδας πάνω στο παρκέ. Τώρα είναι η ώρα να εκμεταλλευτούμε την έδρα, καθώς το Ειρήνης και Φιλίας θα’ ναι ξανά κατάμεστο, αλλά και την ορμή που δείξαμε από τα φιλικά κιόλας παιχνίδια.

Ο Βασίλης Σπανούλης μίλησε για την κουλτούρα της Εθνικής Ομάδας, αυτή που ο ίδιος γνώρισε από τα νιάτα του στις μικρές εθνικές και βίωσε για τα καλά από το 2004 και μετά, όταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης τον κάλεσε -σε πείσμα των “ειδημόνων” της εποχής- για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Ήταν η εποχή που η Εθνική έβγαινε από μια άγονη περίοδο, γεμάτη από τη στυφή γεύση ακόμα και της τελευταίας θέσης (το 1999 στη Ντιζόν, ας πούμε) και ξανάχτιζε το προφίλ μιας πολύ καλής ομάδας πάνω στο παρκέ αλλά και μιας σπουδαίας παρέας έξω από απ’ αυτό.

Όχι μια …παρέα για σχολική εκδρομή, αλλά ένα γκρουπ συνειδητοποιημένων παικτών, συγκεντρωμένων στον στόχο τους. Κάπως έτσι μοιάζει και η φετινή ομάδα, έστω κι αν το δείγμα γραφής είναι μικρό, η προετοιμασία ελάχιστη. Βγαίνει, ωστόσο, προς τα έξω μια άλλη εικόνα. Πολύ όμορφη στο μάτι, αλλά και με σπουδαία προοπτική μέσα στο γήπεδο.

Η ελληνική ομάδα δεν είναι μια απλή, καλή οικοδέσποινα, του προολυμπιακού. Φρόντισε να δείξει εξαρχής τις προθέσεις της και δε νομίζουμε ότι άφησε περιθώρια αμφισβήτησης. Τη δύναμη της γνώρισε για τα καλά ο Λούκα Ντόντσιτς και οι υπόλοιποι παίκτες της Σλοβενίας. Πριν καταλάβουν τι είχε γίνει, έχαναν με 13-0. Όσο ταλέντο κι αν έχει ο τρομερός και φοβερός Λούκα, ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιπαρατεθεί μόνος του, απέναντι σε μια ομάδα, που έβγαζε αφρούς.

Ο Σέκουλιτς το έβλεπε από την αρχή, το κατάλαβε γρήγορα και πέντε-έξι λεπτά απέσυρε τον κατάκοπο Λούκα, που μπορεί να σκέφτεται τις καλοκαιρινές διακοπές του. Θα ήθελε πολύ να παίξει στους Ολυμπιακούς Αγώνες αλλά και η… ξεκούραση καλή είναι για τον απίθανο Σλοβένο, που βγαίνοντας από το παρκε γνώρισε την αποθέωση από το ελληνικό κοινό.

Καθιστός και ξεκούραστος ήταν κι ο δικός μας σούπερ-σταρ. Η διαφορά, βλέπετε, είχε εκτοξευτεί στους 30 πόντους και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο δεν χρειαζόταν να πιεστεί και να υπερβάλλει εαυτόν. Έπαιξε 20:52 λεπτά, σκόραρε 13 πόντους και είχε χρόνο να δει από τον πάγκο τους συμπαίκτες του να κάνουν … παπάδες. Με δυο εικοσάλεπτα μόλις στο ενεργητικό του, ο Γιάννης είναι φρέσκος-φρέσκος για το σημερινό τελικό, αν και δε νομίζουμε ότι θα χρειαστεί να πιέσει τον εαυτό του πολύ περισσότερο.

Η Εθνική έχει προσαρμόσει τον Αντετοκούνμπο μια χαρά στα θέλω. Και τα δικά της και τα δικά του. Ο Γιάννης δεν χρειάζεται … να καταπιεί σπαθιά για να πάμε στο Παρίσι. Η επιστροφή του (μετά από τον τραυματισμό του) στην ενεργό δράση δεν έγινε υπό πίεση, αλλά προγραμματισμένα και κυρίως χωρίς να επηρεάζεται η ομάδα. Είναι ένα πρώτο σπουδαίο επίτευγμα για τον κόουτς Σπανούλη. Θα επισημάνουμε ό,τι και μετά το ματς της πρεμιέρας. Είναι η πρώτη φορά που ο Γιάννης δεν “καπελώνει” την ομάδα, αλλά μοιάζει με ένα πολύτιμο μεν, κομμάτι όλης της ομάδας δε…

Από την άμυνα στο τρίποντο…
Η εικόνα δεν άλλαξε ούτε σε αυτόν τον ημιτελικό. Η άμυνα ήταν το βασικό ζητούμενο από την αρχή με πίεση στον Ντόντσιτς, καμιά φορά με τις δυναμικές βοήθειες να βγαίνουν μέχρι τη γραμμή του κέντρου, η μπάλα κυκλοφόρησε πάλι πολύ καλά (23 ασίστ) τα ριμπάουντ ήταν αρκετά και … τα τρίποντα επίσης.

Η Εθνική σούταρξε ξανά με υψηλό ποσοστό (41.2%) έχοντας συνολικά 14/34 τρίποντα. Οι επιθέσεις μοιράστηκαν ισόποσα (24/36 δίποντα) και ένα ακόμα βράδυ, έστω στο γήπεδο μας, η Ελλάδα δεν φοβήθηκε αλλά πήρε (και έβαλε) τα σουτ. Θα συμβεί κάτι τέτοιο στον τελικό; Ή σε πιο δύσκολα ματς, ας πούμε στο ολυμπιακό τουρνουά, αν με το καλό προκριθούμε; Δεν μπορούμε να ξέρουμε, με την ευστοχία κανείς δεν έχει υπογράψει σύμβαση.

Αλλά το θέμα δεν είναι εκεί. Ο Σπανούλης το εξήγησε μετά: “Σημασία έχει να παίρνουμε το ελεύθερο σουτ….”

Τα έβαλαν, λοιπόν. Και ο Γουόκαπ που ξαναβρίσκει ένα επιθετικό ρόλο σαν αυτό που είχε στο κολέγιο ή στη Γερμανία (έχει 13.3π στα τρία πρώτα ματς, με τη Σλοβενία έβαλε 19) και ο Τολιόπουλος που έδωσε ρεσιτάλ (4/4) αλλά και ο Λαρεντζάκης (3/5) ερχόμενος από τον πάγκο.

Η μπαγκέτα στον Καλάθη
Από την άλλη ο Σπανούλης δείχνει ότι εμπιστεύεται στο έπακρο το εγκεφαλικό παιχνίδι του Νικ Καλάθη. Στα 35 του, ο ομογενής άσος δείχνει στην καλύτερη στιγμή της καριέρας του. Στα τρία παιχνίδια που έχει δώσει η ομάδα στο προολυμπιακό δίνει κατά μέσο όρο 10.3 ασίστ. Εναντίον της Σλοβενίας μοίρασε 11!

Είναι ασυναγώνιστος στη δημιουργία ο Νικ και είναι ένας από τους βασικούς λόγους που το παιχνίδι της ομάδας είναι τόσο ωραίο στο μάτι. Οι συνεργασίες του με τον Γιάννη είναι εντυπωσιακές, ενώ με κλειστά τα μάτια βρίσκει και τον Παπαγιάννη. Η Μονακό έκανε διάνα που έκλεισε και τους δυο διεθνείς.

Οι Σλοβένοι δεν απείλησαν επι της ουσίας ποτέ. Σε όλα ήταν πίσω, με την ελληνική ομάδα να έχει 25 πόντους από λάθη των αντιπάλων, άλλους 20 στον αιφνιδιασμό και 44 από τον πάγκο. Σχεδόν τους μισούς, μια ακόμη απόδειξη γιατί η Εθνική, μέχρι στιγμής, εκτός από τα αποτελέσματα που παίρνει, παίζει και ωραίο μπάσκετ.

Για να μη μείνουμε, όμως, με την μπουκιά στο στόμα, με ένα “γιατί και πως”, ας περιμένουμε σαράντα λεπτά. Οι Κροάτες είναι ιδιόρρυθμοι, ικανοί για το τέλειο παιχνίδι, ικανοί και για σάκκος του μποξ, αλλά το ματς πρέπει (και μπορεί) να το ορίσει η ελληνική ομάδα. Αυτή που ως τώρα έδειξε ότι είναι πολύ καλύτερη απ’ όλους και δεν έχει παρά να το αποδείξει στον τελικό. Στο ματς, που θα πάει την ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες για πρώτη φορά μετά από 18 χρόνια και το Πεκίνο…

Exit mobile version