Ο Σταύρος Σουντουλίδης είδε ένα μέρος του ντοκιμαντέρ «Τα χρόνια της αθωότητας» και γράφει για το ποδόσφαιρο εκείνης της εποχής που είναι πλέον σκονισμένο από τα χρόνια που πέρασαν από πάνω του φθάνοντας στην αμείλικτη πραγματικότητα του σήμερα.
Από «τα χρόνια της αθωότητας» στην οπαδική βία Οι πρωταγωνιστές – τα επεισόδια Συμφωνώ και επαυξάνω μ’ όλους όσοι υποστηρίζουν ότι στην πράξη το ελληνικό ποδόσφαιρο πρόκειται, ξεκάθαρα, για ένα τοξικό προϊόν που διακινείται σ’ ένα τελειωμένο περιβάλλον. Καμία σχέση, δηλαδή, με «τα χρόνια της αθωότητας». Όλη η αθωότητα, τα σκισμένα σορτσάκια, τα ματωμένα γόνατά χάθηκαν, όπως τόσα και τόσα άλλα πράγματα από εκείνη την εποχή.
Αν το ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν σαν αναψυκτικό, δεν θα το ‘δινες στο παιδί σου να το πιεί. Αν ήταν σοκολάτα, δε θα του την αγόραζες απ’ το περίπτερο. Αν το πωλούσαν οπουδήποτε στην αγορά, θα ‘ταν υποχρεωτική στο περιτύλιγμα η ένδειξη: «Βλάπτει σοβαρά στην υγεία».
Σ’ αυτό το εγνωσμένο περιβάλλον, με νωπές τις μνήμες από τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη Καμπανού, έρχεται στις οθόνες μας η νέα σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ3, «Τα χρόνια της αθωότητας» ως μια ανάσα, ένα νέο χαρμόσυνο. Μέσα σε οκτώ ωριαία επεισόδια, ο σκηνοθέτης, Ηλίας Γιαννακάκης, αποτυπώνει την ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, από τις απαρχές του τη δεκαετία του 1920, μέχρι τη θέσπιση του επαγγελματικού πρωταθλήματος, την αγωνιστική περίοδο 1979-80.
Ένα μελαγχολικό ταξίδι στο χρόνο, χωρίς ωραιοποιήσεις και εξιδανικεύσεις με στόχο καθαρά ανθρωποκεντρικό, με στόχο «να εντοπίσουμε το νήμα που μάς ενώνει με τους πατεράδες και τους παππούδες μας, μέσα από τα χρόνια που το ποδόσφαιρο αποτελούσε έναν άμεσο και αυτονόητο καθρέφτη της κοινωνικής μας πραγματικότητας», όπως λέει ο δημιουργός του, καμία απολύτως σχέση με τα πρόσφατα γεγονότα οπαδικής βίας, σ’ ένα εντελώς διαφορετικό, παλιομοδίτικο ίσως, ντεκόρ ταινίας δίχως συρματοπλέγματα, μαχαίρια, πιστόλια, πάσης φύσης πολεμοφόδια κάγκελα, που έχουν μετατρέψει τα γήπεδα σε φυλακές υψίστης ασφαλείας.
«Τα χρόνια της αθωότητας» είναι μια σειρά που υπόσχεται αυθεντική συγκίνηση, ανάδειξη άγνωστων ιστοριών, επιμονή στη λεπτομέρεια και τη σωστή τεκμηρίωση και τη θεραπευτική σύνδεση με μερικές από τις πιο ρομαντικές πτυχές του συλλογικού παρελθόντος μας. Εύκολα όλα αυτά μπορούσες να τα δεις ευδιάκριτα στα πρόσωπα τεσσάρων εκ των «πρωταγωνιστών», που ανέβηκαν τις προάλλες στην σκηνή του κινηματοθεάτρου «Ολύμπιον» στη Θεσσαλονίκη.
Ποδοσφαιρικοί ήρωες μιας άλλης Ελλάδας. Πρόσωπα στα οποία οι πατεράδες μας αναγνώριζαν τους εαυτούς τους και έζησαν, μεγάλωσαν, αγάπησαν με τον Δομάζο, τον Παπαϊωάννου, τον Λουκανίδη, τον Κούδα, τον Μαύρο, τον Χατζηπαναγή, τον Κούλη Αποστολίδη, τον Χρηστίδη, τον Αϊδινίου, τον Τσιρώνη και πολλούς άλλους.
Από «τα χρόνια της αθωότητας» στην οπαδική βία Οι τέσσερις τελευταίοι ήταν επί της σκηνής και θυμήθηκαν τα πιο ωραία χρόνια της ζωής τους, ωστόσο διέκρινες την αγωνία τους για το σήμερα. Ολοι, μηδενός εξαιρουμένου, αλλιώς είχαν μάθει το Παιγνίδι. Στη δική τους εποχή ήξεραν το πως πρέπει να το υπερασπιστούν. Έβρισκαν τρόπους για να το προστατεύσουν. Τον έκαναν από την αρχή ως το τέλος της διαδρομής. Καθένας, για τον εαυτό του. Κι όλοι μαζί, για το Παιγνίδι.
Το Παιγνίδι ανέκαθεν αντάμειβε τον σεβασμό στα βασικά. Στον συμπαίκτη. Στον αντίπαλο. Κι αυτό ήταν κάτι που το παραδέχθηκαν όλοι τους. «Ο κόσμος που ερχόταν στο γήπεδο μπορεί να ξεκινούσε επεισόδιο, αλλά με αφορμή πάντα το παιχνίδι. Υπήρχαν σύνδεσμοι, οργανωμένο οπαδικό κίνημα, αλλά δεν πήγαιναν στο γήπεδο για να μαλώσουν», είπε ο Κούλης Αποστολίδης μιλώντας για τη βία στις κερκίδες την εποχή που έπαιζε ποδόσφαιρο, τονίζοντας ότι «η σημερινή βία στα γήπεδα είναι διαπλεκόμενη με άλλους χώρους».
Όλοι τους πριν ξεκινήσουν την αφήγηση τους, σ’ αυτό το νοσταλγικό ταξίδι στο χρόνο, εξέφρασαν τα συλλυπητήρια και τη συμπαράστασή τους στην οικογένεια του Άλκη Καμπανού που έπεσε νεκρός στη δολοφονική επίθεση στη Χαριλάου και ευχήθηκαν να είναι ο 19χρονος το τελευταίο θύμα οπαδικής βίας.
Στα 78 του, πια, ο Νίκος Χρηστίδης συνεχίζει να «τρέφεται» μέσα από την αναγνώριση του κόσμου. Από τους κορυφαίους γκολκίπερ που αναδείχθηκαν στο ελληνικό ποδόσφαιρο, τερματοφύλακας που υπερασπίστηκε την εστία του Άρη (1961-1976) και της ΑΕΚ (1976-1982). Τέσσερις δεκαετίες μετά το αντίο του συναντά στο δρόμο ανθρώπους, που δεν τον πρόλαβαν να αγωνίζεται, όμως σταματάνε για να το χαιρετίσουν, «αυτό ήταν το μεγαλύτερο συμβόλαιο που υπέγραψα ως ποδοσφαιριστής»
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 βρέθηκε στα «τσικό» του Άρη. Άλλα χρόνια. «Είχα μεγάλη χαρά και ακόμη μεγαλύτερα ήταν τα όνειρα. Μπορεί να μην πήρα ένα πρωτάθλημα με τον Άρη, αλλά κατακτήσαμε το κύπελλο το 1970. Ένα κύπελλο που ήταν το πρώτο δυνατό χαστούκι στο ΠΟΚ, που λίγες μέρες αργότερα καταργήθηκε, αλλά έμεινε, δυστυχώς, η φήμη του για να φοβούνται οι μικροί του ποδοσφαίρου. «Στο τέλος της καριέρας μου έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται ένα μόνο πράγμα, ούτε για χαμένους τίτλους, για μεγάλες νίκες, αλλά για το πως βγήκα ζωντανός από εκείνα τα γήπεδα από… γυαλόχαρτο στα οποία παίζαμε», θυμήθηκε ο άλλοτε διεθνής τερματοφύλακας.
Από το ’79 και μετά άλλαξε άρδην όλη η κατάσταση του ελληνικού ποδοσφαίρου. Έφυγε από τη μέση η αγάπη, ο ρομαντισμός και έγινε ένα πάντρεμα μάρκετινγκ και συναισθήματος. «Το θέμα του ποδοσφαίρου σήμερα δεν είναι δικό μας. Είναι θέμα που αφορά τους φιλάθλους. Στα δικά μας χρόνια δεν υπήρχε αθωότητα, όμως υπήρχε ρομαντισμός και ηρωισμός», επισήμανε ο 78χρονος σήμερα, Νίκος Χρηστίδης.
«Η βασική διαφορά μεταξύ του τότε και του τώρα είναι ότι τότε με όλα τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα, υπήρχε περισσότερο συναίσθημα ατομικό και ομαδικό όσον αφορά την δουλειά σου στην ομάδα. Το συναίσθημα ήταν το βασικό στοιχείο της δραστηριότητάς μας και λιγότερο η λογική. Από το 1979 το ποδόσφαιρο ακολούθησε την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας και οι ομάδες έγιναν επαγγελματικές, εταιρείες και κινούνται με βάση τους κανόνες της οικονομίας, του μάρκετινγκ, του μάνατζμεντ», σχολίασε ο Κούλης Αποστολίδης, μέλος της σπουδαίας ομάδας του ΠΑΟΚ τη δεκαετία του ’70, με περισσότερες από 300 συμμετοχές ως ακρογωνιαίος λίθος του «Δικεφάλου» αρχικά ως σέντερ φορ, στη συνέχεια ως αμυντικό χαφ και τέλος ως στόπερ.
Ο Κώστας Αϊδινίου μπορεί να έπαιξε μόλις ένα χρόνο συμπαίκτης με τον μεγάλο Βασίλη Χατζηπαναγή, ωστόσο έχει γράψει τη δική του ιστορία με τη φανέλα του Ηρακλή από το 1965 έως και το 1974 όταν έμεινε εκτός για ένα χρόνο και πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό, όπου αγωνίστηκε για τρεις σεζόν (1975-1978) προτού ξαναπάρει το δρόμο για τη Θεσσαλονίκη και το Καυτανζόγλειο.
«Είμαστε περήφανοι γιατί γεμίζαμε τα γήπεδα εκείνες τις εποχές, ενώ τώρα βλέπουμε στο γήπεδο 500 και 1000 φιλάθλους», υποστήριξε ο Κώστας Αϊδινίου που πρόλαβε έντονα τα χρόνια στα οποία «οι κεντρικοί αμυντικοί τραβούσαν μια γραμμή στο χώμα και σου έλεγαν ότι δεν θα περάσεις από δω…», ενώ μαζί με τον Τάκη Τσιρώνη θυμήθηκαν όλα όσα τραβούσαν οι ποδοσφαιριστές παίζοντας στα χωμάτινα και κακοτράχαλα γήπεδα της ελληνικής περιφέρειας.
Σε μια από τις σημαντικές ομάδες της περιφέρειας, την Καστοριά της δεκαετίας του ’70, ο Δημήτρης (Τάκης) Τσιρώνης έκανε καριέρα και κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδας στον τελικό του 1979 απέναντι στον Ηρακλή. Με τρεις τρομερές επελάσεις από τα αριστερά, έφτασε σε ισάριθμα πανέμορφα γκολ για ένα ιστορικό «χατ-τρικ» (69′, 87′, 90+2′ πεν.) το οποίο σφράγισε την πρώτη κατάκτηση Κυπέλλου από επαρχιακή ομάδα, με 5-2. «Πριν από τον τελικό μας ήξεραν λίγοι, μετά μας έμαθαν πολλοί», παραδέχθηκε ο Θεσσαλονικιός επιθετικός, πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με 9 γκολ.
Η επιτυχία της Καστοριάς άνοιξε το δρόμο σε αρκετούς ποδοσφαιριστές της να κάνουν σημαντικά βήματα στην καριέρα τους, καθώς τα επόμενα χρόνια παίκτες όπως οι Σαργκάνης, Σημαιοφορίδης, Παπαβασιλείου και Δίντσικος αποκτήθηκαν από τις 3 ομάδες του τέως ΠΟΚ, ενώ ο Τσιρώνης επέστρεψε στον Μακεδονικό Νεαπόλεως, όπου το 1976 έκανε τα πρώτα ποδοσφαιρικά βήματα. «Είχα προτάσεις από ΠΑΟΚ, Άρη, Ηρακλή και Παναθηναϊκό, τελικά ο πρόεδρος της ομάδας με έδωσε στην Καστοριά. Δεν μετάνιωσα ποτέ για αυτό. Το μόνο παράπονο μου ήταν ότι από το ένα χωμάτινο γήπεδο πήγα στο ξερό, της Καστοριάς που για να παίξεις μπάλα έμπαινε η υδροφόρα μια ώρα πριν από την σέντρα και επί τριάντα λεπτά έβρεχε το χώμα μπας και μαλακώσει. Όταν τελείωνε το παιχνίδι ήμουν σακατεμένος…».
Οι πρωταγωνιστές – τα επεισόδια Το ντοκιμαντέρ «Τα χρόνια της αθωότητας» θα κάνει πρεμιέρα στην ΕΡΤ3, τη Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου στις 23:00, με το γενικό πρώτο επεισόδιο να περιλαμβάνει εικόνες και ιστορίες από τα πρώτα χρόνια μέχρι το 1959 όταν ξεκινάει η Α’ Εθνική κατηγορία και ουσιαστικά τελειώνει «η περίοδος του ανόθευτου ερασιτεχνισμού», όπως λέει ο δημιουργός του. «Καλύπτεται η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου από τις απαρχές του τη δεκαετία του 1920, μέχρι τη θέσπιση του επαγγελματικού πρωταθλήματος», τόνισε ο γενικός διευθυντής της ΕΡΤ3, Φίλιος Στάγκος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου για την παρουσίαση της σειράς-ντοκιμαντέρ.
Το δεύτερο επεισόδιο είναι αφιερωμένο στις τρεις «μικρές» ομάδες της Αθήνας, που εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ σπουδαίες, τον Απόλλωνα, τον Πανιώνιο και τον Εθνικό Πειραιώς σύλλογοι που έγραψαν τη δική τους ιστορία τις δεκαετίες του ’60 και του ’70.
Φίλιος Στάγκος, Δημήτρης Τσιρώνης, Κούλης Αποστολίδης, Ηλίας Γιαννακάκης, Κώστας Αϊδινίου, Νίκος Χρηστίδης, Γιώργος ΤραπεζανίδηςΑκολουθεί ο «Παναθηναϊκός του Γουέμπλεϊ» από τη δημιουργία της μέχρι και τη διάλυση το ’78 και στο τέταρτο επεισόδιο έρχεται ο σπουδαίος «ΠΑΟΚ της δεκαετίας του ‘70», που αδικήθηκε και αδίκησε τον εαυτό του. Ο «Ολυμπιακός του Γουλανδρή» απασχολεί το πέμπτο επεισόδιο και η «ΑΕΚ του Λουκά Μπάρλου» το έκτο επεισόδιο της σειράς, που θα κλείσει με το έβδομο επεισόδιο αφιερωμένο στις τρεις μεγάλες επαρχιακές ομάδες της δεκαετίας του 70, Παναχαϊκή, ΠΑΣ, Καστοριά, να πρωταγωνιστούν επί της οθόνης, ενώ στο όγδοο και τελευταίο επεισόδιο συνοψίζει όλη τη σειρά και καλύπτει τα χρόνια της Α’ Εθνικής από το 1959 έως το 1979 – τον Άρη όταν πήρε το Κύπελλο του ’70, τα επεισόδια του 1972 στο παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ και τον Ηρακλή που πήρε το Κύπελλο το 1976 με τον Χατζηπαναγή.
«Η σειρά ντοκιμαντέρ πάει πίσω σε δεκαετίες, αναδεικνύει άλλες συμπεριφορές, αποκαθιστά σε πολλές περιπτώσεις και ιστορικά το τι συνέβη στον χώρο του ποδοσφαίρου και όχι μόνο, υπάρχουν και άλλες εικόνες πολύ δυνατές, οι οποίες ουσιαστικά ταυτίζουν και ταυτίζονται με ανθρώπους που τις έζησαν», εξηγεί ο Γιώργος Τραπεζανίδης, προϊστάμενος του αθλητικού τμήματος της ΕΡΤ3.
«Τα χρόνια της αθωότητας» είναι το προϊόν του άσβεστου πάθους και της επίμονης αναζήτησης ενός καταξιωμένου δημιουργού. Μέσα από δεκαετίες έρευνας σε βιβλία και εφημερίδες, αγωνιώδους προσπάθειας εντοπισμού και διάσωσης άγνωστων όσο και σπάνιων ιδιωτικών φιλμ, ενδελεχή αξιοποίηση και ανάδειξη της «οπτικοακουστικής κιβωτού» που αποτελεί το Αρχείο της ΕΡΤ, μέσα από μία πενταετή οδύσσεια γυρισμάτων σε όλη την Ελλάδα προκειμένου να προλάβει εν ζωή τους πρωταγωνιστές του, ο Ηλίας Γιαννακάκης παρουσιάζει μία πραγματική υπερπαραγωγή: οκτώ ώρες ντοκιμαντέρ με πάνω από 100 συνεντεύξεις από το χώρο του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού (Διακογιάννης, Δομάζος, Κούδας, Μαύρος, Μπάγεβιτς, Κελεσίδης, Χρηστίδης, Κοντογεωργάκης, Στραβοπόδης και δεκάδες άλλοι) αλλά και εκτός (Μαρμαρινός, Μπουκάλας, Βαγενάς, Βούλγαρης, Σκαμπαρδώνης κ.α